Ο όρος «καρκίνος του μαστού» αναφέρεται στην ανάπτυξη κακοήθους όγκου στην ευρύτερη περιοχή του μαστού. Οφείλεται στον «αφύσικο» πολλαπλασιασμό παθολογικών κυττάρων στους ιστούς του σώματος, προκαλώντας έτσι τον σχηματισμό κακοήθους όγκου στον μαστό. Τα παθολογικά αυτά κύτταρα έχουν τη δυνατότητα να επεκταθούν σε γειτονικούς ιστούς.

Στις Η.Π.Α. τα κρούσματα ξεπερνούν τα 200.000 ετησίως, ενώ στην Ελλάδα περίπου 4.500 γυναίκες διαγιγνώσκονται με καρκίνο του μαστού κάθε χρόνο. Υπολογίζεται ότι 1 στις 9 γυναίκες στην Ευρώπη θα νοσήσει από καρκίνο του μαστού κάποια στιγμή στη ζωή της. Στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό υπολογίζεται ότι είναι περίπου 1 στις 12 – παρατηρείται όμως αυξητική τάση των περιστατικών. Στην Ευρώπη, το 60% των περιστατικών καρκίνου του μαστού διαγιγνώσκεται σε πρώιμο στάδιο, ενώ στην Ελλάδα είναι πολύ χαμηλότερο. Αυτό δείχνει ότι οι Ελληνίδες δεν είναι σωστά ενημερωμένες για τη διαφύλαξη της υγείας τους. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι εάν η διάγνωση και θεραπεία γίνουν σε πρώιμα στάδια πάνω από 95% των περιστατικών καρκίνου του μαστού είναι δυνατό να αντιμετωπιστούν.

Δεν έχουν όλες οι γυναίκες τον ίδιο κίνδυνο για ανάπτυξη καρκίνου μαστού. Όμως, στις μισές περιπτώσεις που τίθεται διάγνωση καρκίνου μαστού, είναι εμφανής η παρουσία και η επίδραση κάποιων κοινών συνθηκών και καταστάσεων. Έτσι έχουν αναγνωρισθεί κάποιες αιτίες που αυξάνουν τις πιθανότητες στην εμφάνιση της νόσου.

Οι αιτίες αυτές ποικίλουν και είναι διαφορετικής βαρύτητας η καθεμία, ενώ κάποιες άλλες φαίνεται να λειτουργούν προστατευτικά. Πολλές από αυτές τις αιτίες δεν είναι αναστρέψιμες, ενώ άλλες μπορούν να αποφευχθούν. Ένα επιπλέον 10% των καρκίνων του μαστού συσχετίζεται με θετικό οικογενειακό ιστορικό.

Η ύπαρξη των αιτίων κινδύνου δεν σημαίνει ότι ο καρκίνος μαστού είναι αναπόφευκτος. Μερικές γυναίκες με παράγοντες κινδύνου δεν θα αναπτύξουν ποτέ καρκίνο μαστού, όπως αντίθετα θα εμφανίσουν καρκίνο μαστού γυναίκες χωρίς αναγνωρισμένους παράγοντες κινδύνου.

Η εκτίμηση του κινδύνου για καρκίνο του μαστού είναι ένα μέσο για να αναγνωρισθούν οι υγιείς γυναίκες που έχουν αυξημένο κίνδυνο για ανάπτυξη της νόσου στο μέλλον, έτσι ώστε να εφαρμοστούν σε αυτές ειδικές στρατηγικές αντιμετώπισης. Γι’ αυτό, χρειάζεται οι γυναίκες να δουλέψουν μαζί με τον γιατρό τους στον καθορισμό του προσωπικού τους κινδύνου για καρκίνο μαστού.

Ο γενετικός κίνδυνος

Ο κληρονομικός καρκίνος μαστού αποτελεί μια ξεχωριστή κατηγορία και συνδέεται κυρίως με μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 και BRCA2. Αφορά κυρίως γυναίκες οικογενειών στις οποίες υπάρχουν πολλά περιστατικά καρκίνου μαστού ή/και ωοθηκών.

Παρά το ότι οι γυναίκες που κληρονομούν τις μεταλλάξεις στα γονίδια αυτά έχουν πολύ αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου, περίπου μόνο 1 στις 1.000 γυναίκες φέρουν μετάλλαξη στα BRCA. Έτσι, οι μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 και BRCA2 είναι υπεύθυνες μόνο για το 5% από όλους τους καρκίνους μαστού.

Γενετικός έλεγχος, δηλαδή έλεγχος για την ύπαρξη παθολογικών μεταλλάξεων σε σχετικά γονίδια, συνιστάται σε γυναίκες με ιστορικό που θέτει υποψία για ύπαρξη κάποιας μετάλλαξης στα γονίδια αυτά.

Η συμβουλευτική για τον κληρονομικό καρκίνο μαστού προσεγγίζει τον γενετικό κίνδυνο σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες κινδύνου και διαμορφώνεται η τελική συμβουλή σε εξατομικευμένη βάση για την κάθε γυναίκα. Συγκεκριμένες στρατηγικές παρέμβασης για την μείωση του κινδύνου έχουν δοκιμαστεί, με ευνοϊκά αποτελέσματα.

Ποιες αιτίες συντελούν στην ανάπτυξη του καρκίνου του μαστού

Αντίθετα από τον καρκίνο του πνεύμονα για τον οποίο το κάπνισμα είναι ο ισχυρότερος παράγων κινδύνου, δεν υπάρχει μια μοναδική αιτίας για να ενοχοποιηθεί για την πλειονότητα των καρκίνων του μαστού στις γυναίκες. Παρόλα αυτά υπάρχουν αιτίες οι οποίες αυξάνουν πολύ τον κίνδυνο ανάπτυξης της νόσου όπως:

  • Το θήλυ φύλο και η ηλικία. Ο καρκίνος του μαστού είναι κατ’ εξοχήν γυναικεία νόσος. Η επίπτωσή του στους άνδρες είναι εξαιρετικά μικρή. Φαίνεται ότι και μόνο του το γεγονός ότι μια γυναίκα μεγαλώνει σε ηλικία, αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού.
  • Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου μαστού. Ακόμα και για τις περιπτώσεις που δεν θεωρούνται τυπικές περιπτώσεις κληρονομικού καρκίνου, η ύπαρξη της νόσου σε γυναίκες της οικογένειας αυξάνει τον κίνδυνο. Επιπλέον, ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος όσο πιο κοντινή είναι η συγγενής και όσο νεότερη ήταν κατά τη διάγνωση.
  • Ατομικό ιστορικό καρκίνου μαστού. Η παλαιότερη διάγνωση καρκίνου μαστού αυξάνει την πιθανότητα επανεμφάνισης της νόσου στον ίδιο ή τον άλλο μαστό.
  • Μαστογραφική πυκνότητα. Γυναίκες των οποίων η μαστογραφία εμφανίζει πολλές περιοχές πυκνού ιστού, έχουν αυξημένο κίνδυνο για καρκίνο μαστού συγκρινόμενες με γυναίκες των οποίων η μαστογραφία απεικονίζει κυρίως λιπώδη ιστό.
  • Προηγούμενες βιοψίες μαστών με ευρήματα. Γυναίκες στις οποίες σε προηγούμενες βιοψίες μαστού έχουν διαγνωσθεί καλοήθεις αλλά υπερπλαστικές ανωμαλίες (π.χ. άτυπη υπερπλασία, λοβιακή ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία) διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο. Αντιθέτως, άλλες καλοήθεις καταστάσεις (π.χ. ύπαρξη ινοκυστικού μαστού, απλό ινοαδένωμα0 δεν αυξάνουν τον κίνδυνο να αναπτύξει μια γυναίκα καρκίνο του μαστού. Κάθε γυναίκα η οποία υποβάλλεται σε βιοψία μαστού πρέπει να κατανοήσει καλά τα αποτελέσματα, ειδικά αν αλλάζουν το ρυθμό του screening.
  • Έκθεση σε ραδιενέργεια. Γυναίκες οι οποίες έχουν υποβληθεί σε ακτινοθεραπείες στην περιοχή του θώρακα σε νεαρή ηλικία ή γυναίκες που επιβίωσαν πυρηνικού ατυχήματος, έχουν αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση καρκίνου μαστού λόγω της ιονίζουσας ακτινοβολίας.

Δευτερεύουσες αιτίες

Διάφοροι άλλες αιτίες μπορεί να αυξήσουν τον κίνδυνο μιας γυναίκας να αναπτύξει καρκίνο μαστού. Πολλοί από αυτές συνδέονται με έκθεση σε οιστρογόνα και κανένας τους δεν είναι πολύ ισχυρός παράγων.

  • Ηλικία εμμηναρχής και εμμηνόπαυσης. Η πρώιμη εμμηναρχή (σε ηλικία πριν τα 11 έτη) και η εμμηνόπαυση μετά τα 55 αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού.
  • Κύηση. Αμέσως μετά από κάθε κύηση ο κίνδυνος αυξάνεται προσωρινά, αλλά η επιβάρυνση αυτή εξαλείφεται μετά από λίγα χρόνια. Όσο νεότερη είναι μια γυναίκα κατά την πρώτη τελειόμηνη κύηση, τόσο μικρότερος είναι ο κίνδυνός της για ανάπτυξη καρκίνου μαστού. Γυναίκες με πρώτο τοκετό γύρω στα 30 τους χρόνια έχουν κίνδυνο όμοιο με τις άτοκες να εμφανίσουν καρκίνο του μαστού. Σε γυναίκες με πρώτο τοκετό μετά τα 35 τους χρόνια, ο κίνδυνος είναι διπλάσιος από αυτό των γυναικών που γέννησαν πριν την ηλικία των 20 ετών. Επιπλέον οι πολύτοκες γυναίκες έχουν μικρότερο κίνδυνο συγκριτικά με τις άτοκες.
  • Θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης (ΘΟΥ). Ορμονικές θεραπείες έχουν ενοχοποιηθεί για κάποιο βαθμό αύξησης του κινδύνου για καρκίνο μαστού.
  • Κατανάλωση αλκοόλ. Γυναίκες που υπερκαταναλώνουν αλκοόλ έχουν πιο μεγάλο κίνδυνο για καρκίνο του μαστού.
  • Ύπαρξη άλλων καρκίνων. Γυναίκες με γνωστό καρκίνο ωοθηκών, ενδομητρίου ή εντέρου, είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού.
  • Άλλοι παράγοντες. Διάφοροι άλλοι παράγοντες συνδέονται με τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού για άγνωστους λόγους. Γυναίκες υψηλού κοινωνικοοικονομικού επιπέδου και γυναίκες που ζουν σε πόλεις έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο από γυναίκες χαμηλού κοινωνικοοικονομικού επιπέδου ή γυναίκες που ζουν σε αγροτικές περιοχές.

Ποιοι παράγοντες μειώνουν τον κίνδυνο

Υπάρχουν επίσης παράγοντες που μειώνουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού. Αυτοί είναι:

  • Αφαίρεση των ωοθηκών. Σε περιπτώσεις που για κάποιο λόγο γίνεται χειρουργική αφαίρεση των ωοθηκών πριν την ηλικία των 35 ετών, ο κίνδυνος για καρκίνο του μαστού σε μεταγενέστερη ηλικία μειώνεται. Όμως, η αφαίρεση των ωοθηκών τοποθετεί τις γυναίκες αυτές σε κίνδυνο για πιο συνήθεις νόσους όπως η στεφανιαία νόσος και η οστεοπόρωση. Έτσι στις περισσότερες γυναίκες δεν συνιστάται ωοθηκεκτομή για προστασία από τον καρκίνο του μαστού.
  • Θηλασμός. Ο θηλασμός μετά την κύηση για μεγάλο χρονικό διάστημα έχει επίσης ένα μικρό προστατευτικό αποτέλεσμα.

Τα μέτρα πρόληψης

Η γυναίκα μπορεί να διαμορφώσει τον τρόπο ζωής της, μειώνοντας τις πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου του μαστού βάσει των παραπάνω παραγόντων, όπως:

  • Ελαχιστοποίηση της χρήσης ορμονών για την εμμηνόπαυση.
  • Εφόσον η ζωή της γυναίκας το επιτρέπει, συνιστάται να γίνεται προσπάθεια πρώτης κύησης και τεκνοποίησης πριν την ηλικία των 30 ετών, αν και μπορεί κάτι τέτοιο να μην είναι απαραίτητα θέμα επιλογής.
  • Θηλασμός για διάστημα μεγαλύτερο του εξαμήνου μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο για καρκίνο μαστού.
  • Διατήρηση κανονικού σωματικού βάρους κυρίως μετά την εμμηνόπαυση, μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου μαστού.
  • Περιορισμός της κατανάλωσης αλκοόλ, ελαττώνει τον κίνδυνο, ενώ για τις γυναίκες που πίνουν χρειάζεται μια δίαιτα εμπλουτισμένη με φυλλικό οξύ.
  • Τακτική φυσική άσκηση έχει επίσης ευεργετικά αποτελέσματα.

Είναι σημαντικό να καταλάβουμε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις όσο και να διαμορφωθούν ευνοϊκά οι παράγοντες κινδύνου, δεν είναι δυνατόν να εμποδίσουμε την εμφάνιση καρκίνου του μαστού.

Η ουσιαστική επιτυχία της σύγχρονης ιατρικής είναι ότι μπορεί να περιορίσει την πιθανότητα ο καρκίνος του μαστού να είναι μοιραίος για τις περισσότερες ασθενείς.

Η επιτυχία αυτή έχει βασιστεί στην εισαγωγή του screening καθώς και στις αποτελεσματικές θεραπείες που είναι διαθέσιμες. Σημαντικό ρόλο στην καλή πρόγνωση της νόσου παίζει η πρώιμη διάγνωση. Δηλαδή στην ανακάλυψη και την αντιμετώπιση κάθε όγκου κατά την εμφάνισή του – πριν επεκταθεί ή δώσει μεταστάσεις. Το βασικό όπλο, για την πρώιμη διάγνωση, είναι η μαστογραφία σε συνδυασμό με τον κλινικό έλεγχο των μαστών.